28/4/10

Για τα παιδιά, ρε γμτ!

Έχω αρχίσει και απογοητεύομαι. Δεν είναι ότι ζητάω πολλά… είναι που δεν είμαι σίγουρη αν αυτό που ζητάω υπάρχει, τουλάχιστον σε λογική απόσταση από την Αθήνα.
Τι ζητάω; Ένα εστιατόριο, άντε και με ταβέρνα βολεύομαι, που να είναι σε ένα ωραίο μέρος και να διαθέτει… παιδική χαρά! Ή ένα μικρό γήπεδο ποδοσφαίρου. Ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων.
Μέχρι στιγμής, οι έρευνες στο δίκτυο απέβησαν άκαρπες. Τζίφος. Νιχτ!
Μα είναι δυνατόν! Έστω ότι κάποιος θέλει να γιορτάσει τα γενέθλια του παιδιού του (ναι, από εκεί ξεκίνησαν όλα!) κάπως πιο κοντά στη φύση (και να περιποιηθεί και τους γονείς των μικρών καλεσμένων) και όχι σε κάποιον από αυτούς τους αισχρούς παιδοτόπους-κλουβιά, ή αν δεν μπορεί να τα γιορτάσει στο σπίτι ελλείψει χώρου (πάντα έχω την αίσθηση ότι αν βάλεις πολλά παιδιά σε ένα μικρό χώρο, είναι σαν να πολλαπλασιάζονται!), τι πρέπει λοιπόν να κάνει αυτός ο άνθρωπος; Τι εναλλακτικές έχει;
Δεν είμαι σε θέση να απαντήσω ακόμη, καθώς η έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη.
Αλλά βρε παιδιά, είναι δυνατόν να μην έχει σκεφτεί κάποιος να κάνει κάτι τέτοιο; Υπάρχουν και τα παιδιά σε αυτό τον κόσμο. Δεν είναι όλα για την αφεντομουτσουνάρα μας.
Αν υποψιαστώ ότι θα καταλήξουμε να γιορτάζουμε τα γενέθλια των παιδιών στο Χ, Ψ, Ω Κτήμα…

21/4/10

Διακοπές στην Κεφαλονιά – από την καλή και από την ανάποδη. Part 2

Μέρα 1η – Η Άφιξη
Το ταξίδι ήταν κάπως, πώς να το πω, μυστηριακό… Ταξιδεύαμε μέσα σε απίστευτη ομίχλη και πηγαίναμε και πηγαίναμε και νησί δεν βλέπαμε. Κάποια στιγμή μπήκαμε σε ένα λιμανάκι και καταλάβαμε ότι αυτό που απλωνόταν μπροστά μας ήταν ο Πόρος. Εντελώς ξαφνικά όμως. Σε απόσταση ελάχιστων μέτρων. Τι χαρά! Στεριά!
Καμιά ωρίτσα μετά, φτάσαμε και στη θρυλική Βίλα 1. Οι εντυπώσεις από τη διαδρομή ανάμικτες. Ωραία η διαδρομή δίπλα στη θάλασσα, αλλά πολύ στενός ο δρόμος, σε απελπιστικό σημείο.. Όταν μάλιστα φτάσεις σε κατοικημένη περιοχή, συνειδητοποιείς ότι η ρυμοτομία είναι μάλλον άγνωστος όρος για την περιοχή και εύχεσαι να μην έρχεται αυτοκίνητο από την αντίθετη κατεύθυνση γιατί θα το δεις κυριολεκτικά σε απόσταση αναπνοής. Τόσο απότομες είναι οι στροφές!
Και επανέρχομαι στη Βίλα 1. Το συγκρότημα με τα σπιτάκια εκτεινόταν σε μια έκταση γεμάτη πεύκα, στην κορυφή ενός λόφου δίπλα στη θάλασσα. Πρώτη εντύπωση βιαστική, μάλλον καλή. Ήμασταν τόσο ανυπόμονοι να βουτήξουμε στις θεϊκές παραλίες της Κεφαλονιάς, που αφήσαμε τα πράγματά μας, βάλαμε μαγιό και κατευθυνθήκαμε στην κοντινότερη παραλία. Ούτε 3 λεπτά με το αυτοκίνητο. Η μικρή παραλία ήταν όμορφη, τα νερά καθαρά, ήσυχα, ρηχά, ό,τι έπρεπε για τις ταρζανιές του μικρού. Κοιταζόμασταν και δεν πιστεύαμε τα μάτια μας. Παράδεισος μας φάνηκε! Οι μέρες που είχαμε μπροστά μας φάνταζαν απίστευτα ειδυλλιακές…


Μέρα 2 – Ο Εφιάλτης
Την επόμενη μέρα ξύπνησα πρωί, πρώτη από όλους, έφτιαξα καφεδάκι και βγήκα στη βεράντα αποφασισμένη να ξεκινήσω τη μέρα μου χαλαρά, ρεμβάζοντας…
Χτύπημα πρώτο: Ενώ κάθομαι αμέριμνη, πιάνω την κίνηση με την άκρη του ματιού μου. Ένα ποντίκι διασχίζει σφαιράτο τη βεράντα, κατεβαίνει με κάποιον αδιευκρίνιστο τρόπο (!!!) τα λιγοστά σκαλιά και εξαφανίζεται μέσα στη βλάστηση! Πανικός!
Χτύπημα δεύτερο: Ενώ προσπαθώ να ανακτήσω την ψυχραιμία μου (σκεπτόμενη ότι για όνομα του Θεού, μέσα στη φύση ήμασταν σχεδόν, πώς έκανα έτσι;) συνειδητοποιώ ότι θα έπρεπε εγώ τώρα κανονικά να έχω μπροστά μου, στο πιάτο, το Ιόνιο. Αμ δε! Το Ιόνιο μπορεί να ήταν σε πιάτο, αλλά αυτό το πιάτο ήταν πίσω από άπειρους κορμούς πεύκων. Ιόνιο; Α, ναι; Σκύβεις λίγο μπροστά, παίρνεις και μια ελαφριά κλίση προς τα αριστερά και ναι, εκεί στο βάθος, το διακρίνεις!
Χτύπημα τρίτο: Σκόνη αρχίζει να έρχεται στο πρόσωπό μου. Το χώμα και τα χαλίκια στο έδαφος, μαζί με τις πευκοβελόνες αρχίζουν και γεμίζουν τη βεράντα. Φυσάει! Από πού; Μάλλον από το βοριά, καταλήγω. Ωραία, δεν μας πιάνει. Είμαστε στο νότο!


Χτύπημα τέταρτο: Κανά δυο ωρίτσες μετά, ξεκινάμε ακάθεκτοι για την παραλία. Θέλουμε μια μεγάλη γεύση από τον χτεσινό παράδεισο. Αμ δε! Ο παράδεισος έχει γίνει κόλαση! Η θάλασσα είναι τρικυμισμένη για αδιευκρίνιστο λόγο και με παράξενο τρόπο. Δεν φυσάει από τα ανοιχτά, ωστόσο τα κύματα είναι υπερβολικά μεγάλο. Έξτρα μπόνους, μια τεράστια φυκόμαζα που πλέει ανόρεχτα και αυτή στην επιφάνεια… Και τώρα; Η απόφαση παίρνεται γρήγορα. Τόσες παραλίες έχει το νησί. Βουρ για την επόμενη. Κάπου θα υπάρχει μια απάνεμη γωνιά να απλώσουμε το κορμάκι μας.
Χτύπημα πέμπτο: Αμ δε! Πήγαμε ανατολικά, πήγαμε πιο νότια… Σαν την άδικη κατάρα γυρνάγαμε. Τίποτα. Παντού το ίδιο χάλι. Απελπισία. Από πού φύσαγε επιτέλους αυτός ο αέρας. Ανεμοστρόβιλος ήταν; Επιστροφή στη Βίλα. Θα δοκιμάσουμε την πισίνα!
Χτύπημα έκτο: Τι τις θέλουνε τις πισίνες με τέσσερα μέτρα βάθος σε ένα απλό συγκρότημα ενοικιαζόμενων; Και χωρίς ναυαγοσώστη; Ας μου λύσει κάποιος αυτή την απορία. Θα ερχόταν ο Λουγκάνις να προπονηθεί στις καταδύσεις; Πώς να το βάλω το μικρό μέσα σε μια έρημη πισίνα; Ποιος θα μας σώσει αν γίνει κάτι; Γιατί ξέχασα να σας πω το καλύτερο. Το συγκρότημα που είχε όλες τις βίλες δήθεν γεμάτες, ήταν σαν σκηνικό από ταινία με ζόμπι. Έβλεπες αραιά και πού κάποιον να περνά, και μετά τίποτα, ερημιά. Σεληνιακό τοπίο. Μοναδική εξαίρεση ένας ταλαίπωρος παππούς που μέρα νύχτα σκούπιζε τις πευκοβελόνες. Χαρά στο κουράγιο του!
Αργά το απόγευμα, χολοσκασμένοι, ξαναδοκιμάζουμε την μικρή κοντινή παραλία. Τζίφος. Η κατάσταση είναι η ίδια, μπορεί και χειρότερη. Η άμμος έχει γίνει βούρκος και η φυκόμαζα εκεί, ακάθεκτη, ούτε έξω πάει, ούτε μέσα. Εν τω μεταξύ έχουν αρχίσει και κάνουν την εμφάνισή τους στον ουρανό πυροσβεστικά αεροπλάνα. Ωραία. Οι φωτιές μας έλειπαν! Κι όπως ήμασταν χωμένοι στα πεύκα, ποιος τη χάρη μας! Αρχίζουν τα τηλέφωνα σε συγγενείς που ήταν στην Αθήνα και είχαν πρόσβαση σε υπολογιστή. Τι γίνεται με τις φωτιές; Τι λέει η ΕΜΥ; Θα πέσει ο αέρας;
Οι φωτιές είναι στη Ζάκυνθο και ο αέρας θα κρατήσει κανα δυο μέρες ακόμα! Ωραία.
Επιστροφή στη Βίλα. Ο παππούς-ζόμπι, σε κατάσταση ετοιμότητας, προφανώς λόγω των πυροσβεστικών αεροπλάνων, συνεχίζει να μαζεύει πευκοβελόνες μανιωδώς. Για παν ενδεχόμενο. Ντυνόμαστε και βγαίνουμε για φαγητό. Αυτό είναι και το μόνο σημείο που νιώθουμε την τύχη να μας χαμογελάει.
Ένας Ελαιώνας (αυτό είναι το όνομα της ταβέρνας-εστιατορίου) βρίσκεται μπροστά μας, όμορφος, καλοφτιαγμένος, φροντισμένος. Προσπαθούμε να χαλαρώσουμε (επιτέλους) και απολαμβάνουμε πραγματικά εξαιρετικά φαγητά. Κάτι σειρήνες πυροσβεστικών αυτοκινήτων που περνούν απ’ έξω μας το χαλάνε λίγο, αλλά τι στο καλό; Πόσο πια μπορεί να στραβώσει αυτή η μέρα; Γυρνάμε στη Βίλα και πέφτουμε για ύπνο… Αύριο είναι μια άλλη μέρα και έχουμε να πάρουμε αποφάσεις!


Μέρα 3 – Ο δρόμος προς τη σωτηρία
Πρωί πρωί ξυπνάμε γεμάτοι ελπίδα. Με συνοπτικές διαδικασίες επισκεπτόμαστε την κοντινή παραλία, ξαναβλέπουμε την ίδια κατάσταση, μπαίνουμε στο αυτοκίνητο και κατευθυνόμαστε απελπισμένοι προς Αργοστόλι. Εντελώς τυχαία λίγη ώρα αργότερα καταλήγουμε στη Λάσση και αποφασίζουμε να δούμε και τις διαβόητες παραλίες (Μακρύς και Πλατύς Γιαλός) που σύμφωνα με όσα κυκλοφορούν στο ίντερνετ είναι χάλια γιατί μαζεύουν όλο τον κόσμο μπλα μπλα μπλα.


Ε, λοιπόν, μην πιστεύετε ό,τι διαβάζετε. Αυτές οι δύο παραλίες για εμάς είναι οι ωραιότερες του νησιού! Καθαρές, οργανωμένες, με διάφανα μαγευτικά νερά, απάνεμες κατά έναν περίεργο τρόπο… Αράξαμε στις ξαπλώστρες και άρχισε η ανοιχτή γραμμή με την Αθήνα. Η Ρ. ανέλαβε το δύσκολο καθήκον, να μας βρει αξιοπρεπές κατάλυμα στην περιοχή. Η τύχη είχε γυρίσει με το μέρος μας.


Το κατάλυμα βρέθηκε, το είδαμε, μας άρεσε, το κλείσαμε και πρωί πρωί την επόμενη μέρα αφήσαμε τη Βίλα τρέχοντας σαν τρελοί! Το μόνο που κρατήσαμε από την περιοχή ήταν ο Ελαιώνας, η φοβερή ταβέρνα, στην οποία πηγαίναμε κάθε βράδυ για φαγητό! Και έτσι ξεκίνησαν οι πραγματικές διακοπές μας στην Κεφαλονιά.

Διακοπές στην Κεφαλονιά – από την καλή και από την ανάποδη. Part 1



Είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου από πέρσι το φθινόπωρο ότι θα κάτσω να γράψω για τις διακοπές μας στην Κεφαλονιά. (Όχι για μένα… Για τους φουκαριάρηδες τους ταξιδιώτες που θα αποφασίσουν να επισκεφθούν το νησί…)
Αυτό που ήθελα ήταν να περιγράψω τις πρώτες τρεις μέρες των διακοπών μας εκεί, δεδομένου ότι τόσο χρειάστηκε για να συνειδητοποιήσουμε για μία ακόμη φορά, πως όταν κάτι είναι να πάει στραβά, θα πάει, ό,τι κι αν κάνεις εσύ. Και φυσικά να επιβεβαιωθεί για μία ακόμη φορά η γνωστή ρήση: Αν δεν σε θέλει το χωριό, τι ψάχνεις για του παπά το σπίτι;
Κι εμάς αυτό το χωριό (δηλαδή η Κεφαλονιά) στην αρχή φάνηκε ότι δεν μας ήθελε. Πώς; θα ρωτήσετε. Ήταν προφανές!
Στην αρχή έφαγα πόρτα με τα ξενοδοχεία/ενοικιαζόμενα/κ.λπ. Ό,τι μας άρεσε ήταν είτε κλεισμένο για τις επίμαχες ημερομηνίες, είτε μας το έδιναν για λιγότερες μέρες, είτε ήταν πανάκριβο (πολύ πανάκριβο όμως!), είτε ήταν σε κοσμική περιοχή!

[Γιατί ναι, έφαγα και αυτό το κόλλημα. Γκουγκλάροντας τις διακοπές στο συγκεκριμένο νησί, είδα κόσμο να διαμαρτύρεται για τη φασαρία και τις τιμές στο πιο τουριστικά αξιοποιημένο κομμάτι του νησιού, ήτοι τη Λάσση. Ένα το κρατούμενο. Είπα λοιπόν να φανώ ξύπνια (τρομάρα μου!), επωφελούμενη από την εμπειρία των άλλων και ξεχνώντας ότι η εμπειρία είναι ένα κερί που φωτίζει μόνο αυτόν που καίει (ή κάπως έτσι, δεν θυμάμαι καλά). Και προέβην αμέσως σε δηλώσεις του τύπου: Μην πάμε μωρέ εκεί που πάνε όλοι, τόσες θεϊκές παραλίες έχει το νησί (άτιμες φήμες), όπου και να πάμε ωραία θα είναι. Και το κακό συνεχίστηκε. Εντόπισα μια περιοχή στα νότια του νησιού (την οποία δεν θα κατονομάσω γιατί, όλα κι όλα, εγώ Αρτέμης δεν γίνομαι) και άρχισα να ψάχνω ξενοδοχεία.]

Όπως προείπα, αποτέλεσμα ουδέν. Συγχισμένη, κουρασμένη, αγχωμένη, απογοητευμένη και όλα τα εις -μένη, δήλωσα ότι εγκαταλείπω τον αγώνα. Και έστρεψα το τουριστικό ενδιαφέρον μου στην περιοχή της Μεσσηνίας, για την οποία επίσης είχα ακούσει τα καλύτερα (άτιμες φήμες!).
Σε αυτό το κρίσιμο σημείο, μπαίνει στο παιχνίδι ο άντρας του σπιτιού, αποφασισμένος να καθαρίσει (για μία ακόμη φορά) την κατάσταση. Γιατί οφείλω να ομολογήσω ότι είναι κάτι σαν αυτά τα λαγουδάκια της Ντούρασελ. Όταν εγώ κλατάρω, αυτός συνεχίζει ακάθεκτος.
Για να μη σας ζαλίζω με τις λεπτομέρειες, ευρέθη δωμάτιο. Η κυρία Χ (το αρχικό είναι τυχαίο) που το είχε ήταν εξαιρετικά ενθουσιώδης και ευγενική από το τηλέφωνο. Είπε ότι είχε δύο Βίλες ελεύθερες, ότι τη μία από αυτές, την καλύτερη με τη φοβερότερη θέα, την είχε τάξει σε κάτι Αυστριακούς, αλλά ότι για πάρτη μας θα τους την έκανε και θα την έδινε στους πατριώτες της. Πατριώτισσα η κυρία Χ!!! Σημειωτέον, η περίφημη Βίλα 1 με την καλή θέα ήταν επίσης ακριβότερη από ό,τι η άλλη, η απλή, η χωρίς τη θέα ντε!
Μέσα στην τρελή χαρά την κλείσαμε τη Βίλα 1. Και μέσα στην τρελή χαρά βγήκαμε στο δρόμο για την Κεφαλονιά. Και αν ξέραμε τι μας περιμένει, θα ευχόμασταν πραγματικά να ήταν μακρύς ο δρόμος.

Τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν...

Τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν...
Τα είπε όλα ο Μεγάλος, ο Αξεπέραστος. Σε μια φράση...


Με μια φράση, κουνάει ολόκληρη τη γη κάτω από τα πόδια μας, με μια φράση μας δίνει μια σπρωξιά και μας λέει: "Εμπρός, κουνήσου! Τι περιμένεις;"
Γιατί η ζωή είναι εδώ, δίπλα μας, γύρω μας... και η ζωή δεν περιμένει. Δεν περιμένει ούτε να φτιάξει η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, ούτε να χάσουμε αυτά τα παραπανίσια κιλά που μας βαραίνουν, ούτε να αποφασίσουμε εμείς πότε είναι η κατάλληλη στιγμή για να συμβεί κάτι. Η ζωή είναι αυτό που μας συμβαίνει ότι εμείς κάνουμε σχέδια (όπως είπε δεν θυμάμαι ποιος). Η ζωή είναι εδώ και μας καλεί επιτακτικά να τη ζήσουμε.
Εμείς τι θα κάνουμε;


Κεριά

Του μέλλοντος οι μέρες στέκοντ' εμπροστά μας
σα μια σειρά κεράκια αναμένα -
χρυσά, ζεστά, και ζωηρά κεράκια.

Οι περασμένες μέρες πίσω μένουν,
μια θλιβερή γραμμή κεριών σβησμένων·
τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμη,
κρύα κεριά, λιωμένα, και κυρτά.
Δεν θέλω να τα βλέπω· με λυπεί η μορφή των,
και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμούμαι.
Εμπρός κυττάζω τ' αναμένα μου κεριά.

Δεν θέλω να γυρίσω να μη διω και φρίξω
τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει,
τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης

14/4/10

Στα στενά του Ναυπλίου

Σε κάθε στενό του Ναυπλίου, μια όμορφη εικόνα περιμένει τα κουρασμένα μάτια του επισκέπτη, ικανή να τον οδηγήσει νοερά στο παρελθόν... να του θυμίσει τη σημασία που είχε πάντα αυτή η πόλη...
Και να θυμάστε να σηκώνετε τα μάτια ψηλά! Εκεί σας περιμένουν οι μεγαλύτερες εκπλήξεις!



Το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης και τα τρία θηριάκια…

Λίγο μετά τα μέσα του Μαρτίου, έπεσε στο τραπέζι των μαμάδων η πρόταση: Δεν πάμε τα παιδιά στο Νέο Μουσείο της Ακρόπολης; Όπου παιδιά, βλέπε τρία αγοράκια που βαδίζουν ολοταχώς προς τα εννιά τους, έξυπνα, καλλιεργημένα, ζωηρά… τρία φυσιολογικά σύγχρονα παιδιά δηλαδή.
Η ιδέα μας φάνηκε πολύ καλή, η πρόταση έγινε ομόφωνα δεκτή και ορίστηκε η μέρα της επίσκεψης: Κυριακή, κοντή γιορτή.
Κυριακή, λοιπόν. Μια μέρα ηλιόλουστη, ό,τι έπρεπε για βόλτα στο κέντρο της Αθήνας. Οι θεοί ήταν με το μέρος μας. Άντε να δούμε το περιβόητο μουσείο, που αν είχα σε μετρητά το μελάνι που χύθηκε σε σχόλια και κριτική εναντίον του, θα ήμουν πάμπλουτη.
Η πρώτη εντύπωση ήταν μάλλον αδιάφορη. Εντάξει, ένα μεγάλο κτίριο, πολλά τζάμια… Ευτυχώς ήταν πρωί και δεν είχε κόσμο, έτσι μπήκαμε γρήγορα μέσα. Αφού περάσαμε όλους τους ελέγχους στην είσοδο, επιβιβαστήκαμε… ουπς, προχωρήσαμε προς τα μέσα ήθελα να πω.
Μέσα η κατάσταση αλλάζει. Είναι, πώς να το πω, μεγάλο, ευρύχωρο, δεν αισθάνεσαι τίποτα να σε πιέζει. Αρχίζεις να αφήνεσαι…


Τα καμάρια μας στην αρχή ήταν επίσης αλλού γι’ αλλού. Λίγο λίγο όμως, διάφορα εκθέματα άρχισαν να τραβούν την προσοχή τους. Μερικά τα είχαν ξαναδεί στη σελίδα κάποιου βιβλίου, άλλα κάτι τους θύμιζαν… Και σιγά σιγά φτάσαμε στην αίθουσα με τα αρχαϊκά αγάλματα. Εκεί, τα πράγματα άλλαξαν ριζικά. Τα εντυπωσιακά αγάλματα, με τα υπέροχα σμιλεμένα κορμιά που διαγράφονταν έντονα κάτω από τα ενδύματα τράβηξαν την προσοχή τους. Πήγαιναν γύρω γύρω και τα παρατηρούσαν με ενδιαφέρον, μουρμουρίζοντας κάτι μεταξύ τους.
Χαλαρώσαμε οι μαμάδες, σίγουρες πια ότι τα παιδιά απολάμβαναν την επίσκεψη. Και ξαφνικά το ακούσαμε:
«Χούφτωσ’ τη, χούφτωσ’ τη».
Όχι, δεν ήταν κάποιος αγενής που έκανε καμάκι μέσα στο μουσείο. Ήταν τα παιδιά μας, που παρασυρμένα από την ομορφιά της τέχνης, την άνοιξη και τον έρωτά τους για κάποιες συμμαθήτριές τους (!) θυμήθηκαν την κλασική ατάκα.
Α, ρε αθάνατε ελληνικέ κινηματογράφε! Πόσες γενιές θα γαλουχήσεις ακόμα;

Υ.Γ.1. Κατόπιν τούτου, η επίσκεψη κρίθηκε επιτυχημένη και σύντομα θα ακολουθήσει και άλλη. Επόμενος στόχος: το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Ελπίζω τα ειδώλια εκεί να είναι πιο σεμνά. Όχι τίποτε άλλο. Η άνοιξη έχει πια μπει για τα καλά!
Υ.Γ.2. Το Μουσείο είναι πράγματι καταπληκτικό, αν και θλίβεσαι συνειδητοποιώντας πόσες αρχαιότητες, που δικαιωματικά ανήκουν σε αυτό, βρίσκονται σε ξένα μουσεία, θύματα της αρπακτικής μανίας των ανθρώπων ανά τους αιώνες!
Υ.Γ.3. Το πωλητήριο είναι αρκετά καλό, και με λογικές τιμές. Ωραίες ιδέες για δώρα. Εμείς ξετρελαθήκαμε ακόμα και με τη χάρτινη τσάντα με το λογότυπο του Μουσείου.

10/4/10

Το ημερολόγιο ενός σπασίκλα 1, 2, 3 και 4

Πριν το Πάσχα είχα αρχίσει να διαβάζω τις Ευμενίδες του Λίτελ. Δεν νομίζω να έχω εγκαταλείψει βιβλίο τόσο γρήγορα όσο αυτό. Πολλά ονόματα, πολλοί βαθμοί στρατιωτικών, πολλοί Γερμανοί, είχα και τη Μέρκελ στην τηλεόραση κάθε τρεις και λίγο... ε, μου έπεσε βαρύ το Τρίτο Ράιχ. Άρον άρον το παράτησα...
Μέχρι εδώ, όλα καλά. Πλην όμως δεν είχα προβλέψει να αγοράσω άλλο βιβλίο καθώς νόμιζα ότι αυτό θα με συντρόφευε για καιρό. Και οι συνθήκες ήταν δύσκολες. Πού χρόνος για επίσκεψη σε βιβλιοπωλείο!
Και τώρα; Τι να κάνω; σκεφτόμουν.
Έκανα λοιπόν μια βόλτα μέχρι τη βιβλιοθήκη του γιου μου. Και έπεσα πάνω στο Ημερολόγιο ενός σπασίκλα 1-4 από τις εκδόσεις Ψυχογιός.





Μμμμ. Θυμήθηκα ότι το καμάρι μου τα είχε κυριολεκτικά ρουφήξει σε ένα απόγευμα το καθένα τους, και τα είχε διαβάσει αρκετές φορές μετά την πρώτη.
Βρε λες;
Και ναι! Άρπαξα το πρώτο...
Η ιδέα είναι απλή:

"Μια μέρα θα γίνω διάσημος, αλλά για την ώρα είμαι ακόμη στο γυμνάσιο μαζί με ένα μάτσο βλαμμένους." Το να είσαι μικρός είναι φρίκη ώρες ώρες. Και κανένας δεν το γνωρίζει καλύτερα από τον Γκρεγκ Χέφλι που βρίσκεται ξαφνικά στο γυμνάσιο, όπου μικροκαμωμένα πιτσιρίκια μοιράζονται τους διαδρόμους του σχολείου με μαντραχαλάδες, οι οποίοι έχουν κιόλας αρχίσει να ξυρίζονται. Στο Ημερολόγιο ενός Σπασίκλα, ο συγγραφέας και εικονογράφος Τζεφ Κίνι μας συστήνει έναν απροσδόκητο ήρωα. Και όπως γράφει κι ο Γκρεγκ στο ημερολόγιό του: Μην περιμένετε να δείτε τίποτε "Αγαπημένο μου ημερολόγιο", αυτό, και "Αγαπημένο μου ημερολόγιο", εκείνο, εντάξει; Ευτυχώς για εμάς, αυτό που ο Γκρεγκ λέει πως δε θα κάνει και αυτό που, τελικά, κάνει είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα.

Τα διάβασα και τα 4 και μάλιστα χάρηκα σαν μικρό παιδί όταν είδα να αναφέρεται ότι ετοιμάζεται και πέμπτο. Ο Κίνι γράφει απλά αλλά έξυπνα, με χιούμορ, και οι ατάκες του ήρωά του είναι ατάκες που θα μπορούσε άνετα να έχει πει ο γιος μου ή κάποιος φίλος του. Γράφει για παιδιά πιάνοντας θέματα που τα αγγίζουν. Νισάφι πια με τόσα βιβλία για μάγους, μαγισσούλες, νεραϊδούλες και διάφορες τέτοιες εξωπραγματικές μπούρδες.
Αν έχετε παιδιά, ανίψια ή γενικά κάποιο παιδί που του αρέσει το διάβασμα, το πιθανότερο είναι ότι θα τα έχει ήδη στη βιβλιοθήκη του. Αν όχι, είναι ένα πολύ καλό δώρο.
Καλή ανάγνωση.